Βουβοί θεατές

Το μάτι-Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ. Βιβλιοκριτική από τον καρδιολόγο Νικόλαο Παναγιωτόπουλο.

          Φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα,χωρίς εμένα

Το μάτι-Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ. Βιβλιοκριτική.

(άρθρο βιβλιοκριτικής:Το μάτι-Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ) Είναι πραγματικά αξιοσημείωτο πως ένα βιβλίο που γράφτηκε πριν από εκατό χρόνια μπορεί να είναι τόσο επίκαιρο. Συγγραφέας του ένας Ρώσος της διασποράς που έζησε σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και στη Γερμανία όπου εκτυλίσσεται η υπόθεση του βιβλίου. Ήρωάς του ένας νέος δάσκαλος ο οποίος κάνει μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας, την οποία όμως αυτός θεωρεί επιτυχημένη και από τότε συμπεριφέρεται ως αόρατος άνθρωπος που βλέπει, χωρίς να συμμετέχει.

Το μάτι-Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ. Η υπερανάπτυξη της όρασης σε σχέση με άλλες αισθήσεις.

Και που βρίσκεται το ενδιαφέρον και η σύνδεση με την εποχή μας; Ο συγγραφέας θίγει με το βιβλίο του αυτό το μεγαλύτερο πρόβλημα του καιρού μας. Την υπερανάπτυξη της όρασης σε σχέση με όλες τις άλλες αισθήσεις. Σήμερα έχουμε όλοι μεταβληθεί σε θεατές. Βλέπουμε βουβοί να συμβαίνουν διάφορα γύρω μας χωρίς να είμαστε σε θέση να αντιδράσουμε. Σχολιάζουμε αυτά που βλέπουμε, τα μεγαλοποιούμε ή τα ελαχιστοποιούμε όμως αποφεύγουμε να κάνουμε το οτιδήποτε. Αισθανόμαστε αδύναμοι; Αισθανόμαστε μόνοι; Φοβόμαστε; Είμαστε αδιάφοροι; Ότι και να συμβαίνει, παραμένουμε βουβοί θεατές όσων διαδραματίζονται γύρω μας και επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα τη ζωή μας.

Οι αντιδράσεις μας μόνο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Κάποιες φορές φαντασιωνόμαστε ότι αντιδρούμε με το να γράψουμε κάτι στον προσωπικό μας λογαριασμό στο facebook ή σε κάποιο άλλο μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Κάποιες φορές κάνουμε σχόλια κάτω από τις ειδήσεις σε κάποιο site. Όμως σε κάθε περίπτωση αρκούμαστε σε μια άσφαιρη βολή. Πολλές φορές καθησυχάζουμε τον εαυτό μας λέγοντας ότι δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για δράση και ότι περιμένουμε να ωριμάσουν οι συνθήκες.

 Μερικές φορές, όπως κάνει και ο ήρωας του βιβλίου, μεταβαλλόμαστε στη φαντασία μας σε ήρωες, σε πρόσωπα που ζουν σε ένα μικροσύμπαν που δημιουργούμε και στο οποίο αισθανόμαστε άνετα να ζούμε. Είμαστε θεατές. Ο θεατής όσο περισσότερο βλέπει, τόσο λιγότερο ζει. «Εκείνος που πάντα κοιτάζει, προκειμένου να μάθει τι πρόκειται να συμβεί, δε θ’ αντιδράσει ποτέ: έτσι ακριβώς είναι ο θεατής» γράφει ο Γκι Ντεμπόρ.

Το μάτι-Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ.Όταν η κοινωνία μας εξαφανίζει.

Ο ήρωας του βιβλίου του Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ, ο Σμίροφ αφού πείθει τον εαυτό του ότι είναι ένα μηδενικό, κάποιος που δεν έχει να δώσει λόγο σε κανένα, επιτρέπει στον εαυτό του να ψεύδεται, να ανοίγει την αλληλογραφία των άλλων, να κάνει μικροκλοπές και στο τέλος επιχειρεί να κλέψει και τη γυναίκα ενός άλλου. Σε όλα αποτυγχάνει αλλά δεν τον ενδιαφέρει γιατί αυτός δεν υπάρχει. Παρά την αποτυχία του όμως, τελικά πείθει τον εαυτό του ότι είναι σπουδαίος και  κανείς δεν τον επιβραβεύει γι’ αυτό, γιατί ο ίδιος δεν υπάρχει. Μέσα στη μυθοπλασία αναδύεται μια αλήθεια. Η κοινωνία μας εξαφανίζει, μας μηδενίζει ως προσωπικότητες και στο τέλος μας αφήνει να ζήσουμε στο περιθώριο όπως εμείς πιστεύουμε ότι είναι καλύτερα.

Η καταστολή των ατομικών δικαιωμάτων και η φίμωση κάθε αντίθετης γνώμης.

Και όποιον έχει αντίρρηση θα θέλαμε να τον προτρέψουμε να βγει από το όνειρό του και να δει την πραγματικότητα. Για το σύστημα που ζούμε δεν υπάρχουμε. Είμαστε μια σειρά από αριθμοί που μάλιστα πολύ σύντομα θα ενοποιηθούν για ευκολία σε ένα. Τα προσωπικά μας δεδομένα από τον ιατρικό μας φάκελο μέχρι το που πηγαίνουμε, τι αγοράζουμε, τι επιθυμούμε και τι κάνουμε είναι γνωστά στα κέντρα εκείνα που διαχειρίζονται τη ζωή μας. Αποδεχθήκαμε την περίοδο του κορονοϊού την έξοδο από το σπίτι μας με ένα SMS για την κάλυψη των πιο βασικών βιοτικών αναγκών μας στο όνομα της δήθεν προστασίας της υγείας μας.

Δείξαμε τα προσωπικά μας στοιχεία και τα ιατρικά μας δεδομένα στον κάθε απίθανο, προκειμένου να περάσουμε την πόρτα μιας καφετέριας και ενός καταστήματος ρούχων. Αναγκαστήκαμε να υποβληθούμε σε ιατρικές πράξεις που δεν ήταν απόλυτα ξεκάθαρες προκειμένου να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τη ζωή μας με μια σχετική κανονικότητα ή να μη χάσουμε τη δουλειά μας. Το ίδιο κάναμε και για τα παιδιά μας, υποθηκεύοντας πιθανόν το μέλλον τους. Ανεχθήκαμε τη φίμωση καθε αντίθετης γνώμης, και ιδιαίτερα της επιστημονικής.

Σαν υπνωτισμένοι θεατές.Η κοινή γνώμη χειραγωγείται και παρασύρεται.

Και βέβαια σαν υπνωτισμένοι επικροτήσαμε αυτούς που μας υπέβαλαν σε αυτές τις διαδικασίες, δίνοντάς τους λευκή επιταγή να συνεχίσουν να παραβιάζουν κάθε ανθρώπινο δικαίωμα. Βλέπουμε γύρω μας να προωθούνται νόμοι χωρίς καμία προηγούμενη διαβούλευση, χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν η γνώμη μας. Από την άλλη πλευρά το θέαμα που παρακολουθούμε είναι στημένο. Το καλοταϊσμένα ΜΜΕ προσπαθούν να μας παρουσιάσουν μια άλλη πραγματικότητα. Αντί για τα διαλυμένα νοσοκομεία μας δείχνουν εξωτικούς παραδείσους όπου άνθρωποι συμπεριφέρονται σαν πειραματόζωα που ζουν υπό τεχνητές συνθήκες για να ψυχαγωγούν τους θεατές. Αντί για σχολεία που συνεχώς υποβαθμίζονται μας δείχνουν δείκτες ανάπτυξης που ανεβαίνουν. Αντί για τον κίνδυνο σε λίγο δημογραφικά να μην υπάρχουμε εστιάζουμε στο δικαίωμα σε ελεύθερη πετσέτα στην Πάρο.   Η κοινή γνώμη χειραγωγείται και παρασύρεται. Και συνεχώς η θηλιά σφίγγει στο λαιμό μας.

            Τα πράγματα είναι κρίσιμα και δεν πρέπει να συμπεριφερόμαστε σαν υπνωτισμένοι. Πρέπει να ξυπνήσουμε, να σηκωθούμε από τις πολυθρόνες μας και να πράξουμε. Πρέπει να καταλάβουν όσοι ενεργούν ερήμην μας ότι δεν είμαστε μόνο μάτια, όπως ο ήρωας του ομώνυμου βιβλίου, αλλά έχουμε και μυαλό και στόμα. Αλλιώς το τελευταίο που θα απολαύσουμε θα είναι ο δικός μας χαμός και ο χαμός των παιδιών μας.