Σπιναλόγκα-Το νησί των λεπρών.Η σημερινή απουσία ηγετών.
(άρθρο:Σπιναλόγκα-Το νησί των λεπρών) Πριν από λίγες εβδομάδες μιλήσαμε σε άρθρο μας για το κενό που έχει δημιουργήσει στην κοινωνία μας η απουσία ηγετών. Το νοιώσαμε ιδιαίτερα την περίοδο του κορονοϊού και το ζούμε συνέχεια μέχρι σήμερα. Διαβάζοντας κάποιοι το κείμενό μας, εξέφρασαν την απόλυτη απογοήτευσή τους για το μέλλον. Γιατί όπως σημείωσαν δε φαίνονται στον ορίζοντα οι ηγέτες που θα αναλάβουν πρωτοβουλίες για να βγούμε από το τέλμα. Αφού οι φυσικοί μας ηγέτες, οι πνευματικοί ταγοί, οι εκκλησιαστικοί ηγέτες, οι άνθρωποι της διανόησης κρύφτηκαν φοβισμένοι, κλείδωσαν τις εκκλησίες, κατήργησαν τη Θεία Κοινωνία, αποδέχθηκαν την κατάργηση κάθε πνευματικής δραστηριότητας, θεώρησαν την πνευματική τροφοδοσία κατώτερη της λειτουργίας των σούπερ μάρκετ και των καταστημάτων κατοικίδιων.
Όμως δεν έχουν δίκαιο γιατί ηγέτης μπορεί να γίνει ο κάθε απλός και ταπεινός άνθρωπος αρκεί να έχει τη δύναμη της πίστης στα ιδανικά του. Δε θα ήθελα να μιλήσω περισσότερο εγώ αλλά να δώσω χώρο στο παράδειγμα ενός τέτοιου ταπεινού γίγαντα που με την πίστη και την αγάπη του ξεπέρασε τη λογική.
Σπιναλόγκα-Το νησί των λεπρών:Η αφήγηση ενός λεπρού.
“Ημουνα λεπρός” είπε. “Εζησα στη Σπιναλόγκα πολλά χρόνια. Η αρρώστια μας είχε παραμορφώσει. Ο φόβος της μόλυνσης έκανε όλους τους υγιείς ανθρώπους να μην τολμούν να μας πλησιάσουν. Ο γιατρός, οι νοσοκόμες, οι άλλοι δημόσιοι υπάλληλοι και οι γυναίκες, που έπλεναν τα ρούχα μας, άφηναν το νησί, λίγο πριν από τη δύση του ηλίου και πήγαιναν με βενζινάκατο στο χωριό Πλάκα, που ήταν δυτικά και απέναντι της Σπιναλόγκας. Οι δημοσιογράφοι χαρακτήριζαν την Σπιναλόγκα το “νησί των ζωντανών νεκρών”, και οι υπάλληλοι δεν ήθελαν να μένουν το βράδυ με τους λεπρούς.
Νιώθαμε όλοι την ανάγκη ενός ιερέα. Εκείνος μόνο θα μπορούσε να μας παρηγορήσει με τον λόγο του Θεού, να μας συμπαρασταθεί πνευματικά. Όμως ιερέας ερχόταν στο νησί μας από την Ελούντα μόνο δύο φορές τον μήνα. Ερχόταν Σαββατόβραδο, έκανε τον εσπερινό και έφευγε. Ερχόταν πάλι την επόμενη μέρα, τελούσε τη θεία λειτουργία και έφευγε. Ερχόταν και άλλες φορές. Από αναπότρεπτη ανάγκη, για να κηδέψει τους νεκρούς μας!
Σπιναλόγκα-Το νησί των λεπρών:Η ανάγκη για έναν ιερέα.
Κάποια μέρα καθόμαστε μερικοί άντρες στην αυλή του καφενείου μας, που ήταν κοντά στην πύλη. Τότε πιο πέρα φάνηκε ένας ιερέας. Καταλάβαμε όλοι μας ότι ήρθε στο νησί για να λειτουργήσει. Μόλις μας είδε, ήρθε κοντά μας. Μας καλημέρισε με εγκαρδιότητα. Όλοι μας όρθιοι και με ελαφρά υπόκλιση τον καλωσορίσαμε. Κανένας μας όμως δεν έτεινε το χέρι του για να τον χαιρετήσει. Ο λεπρός δεν πρέπει να χαιρετά με χειραψία. Κι αυτό, για να μη μεταδώσει την καταραμένη του αρρώστια. Τότε εκείνος μας χαιρέτησε όλους με χειραψία! Μας είπε απλά ότι θα μείνει κοντά μας, για να μας βοηθάει στην εκπλήρωση των χριστιανικών μας καθηκόντων. Η συγκίνησή μας ήταν μεγάλη”».
Ο π.Χρύσανθος στο νησί των λεπρών.
Η διήγηση για τη δεύτερη ημέρα στο νησί του π. Χρύσανθου έχει ως εξής: «”Την άλλη μέρα πήγαμε στην Εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα. Παρακολουθήσαμε όλοι, άντρες, γυναίκες και παιδιά, με κατάνυξη τη θεία λειτουργία, που τελούσε με δωρική απλότητα και απροσμέτρητη ευσέβεια. Την Κυριακή αυτή δεν μεταλάβαμε. Δεν είχαμε ενημερωθεί έγκαιρα για την τέλεση της θείας λειτουργίας και δεν είχαμε νηστέψει. Στο τέλος της λειτουργίας πήραμε από το χέρι του αντίδωρο. Και παίρνοντας το αντίδωρο, του φιλούσαμε όλοι το χέρι! Ήταν κάτι που το επιδίωξε ο ίδιος. Καθώς έδινε το αντίδωρο, πλησίαζε το χέρι του στο στόμα μας. Όλων μας τα μάτια βούρκωσαν από συγκίνηση. Πριν έρθει εκείνος, το αντίδωρο το παίρναμε από ένα καλαμόπλεκτο πανέρι που τοποθετούσε ο νεωκόρος στο παγκάρι.
Την επόμενη Κυριακή πήγαμε σχεδόν όλοι στην εκκλησία. Η εκκλησία ήταν κατάμεστη, το ίδιο και το προαύλιό της. Τη μέρα αυτή μεταλάβαμε όλοι. Στο τέλος της θείας λειτουργίας είδαμε τον ιερέα μας να πίνει ό,τι είχε απομείνει στο Άγιο Ποτήριο από τη μετάληψή μας! Ανοίξαμε όλοι τα μάτια μας από έκπληξη. Νομίζαμε ότι ονειρευόμαστε. Χοντρά και καυτά δάκρυα ανάβλυσαν από τα μάτια μας. Ο προηγούμενος ιερέας ό,τι απέμενε από τη μετάληψή μας -ασφαλώς κατά θεία οικονομία- το έχυνε στο χωνευτήρι. Ο ιερομόναχος Χρύσανθος έμενε κοντά μας νύκτα και μέρα. Και έμεινε κοντά μας δέκα χρόνια! Τα χρόνια αυτά εκδήλωσε σε όλους μας την αγάπη. Μας επισκεπτόταν στα σπίτια μας. Μας καθοδηγούσε όλους. Ενίσχυε με τα λίγα χρήματα που είχε τους φτωχούς. Και έκανε τούτο, τηρώντας το: μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου. Ευγνωμονώ, όπως και όλοι οι άρρωστοι της Σπιναλόγκας, τον πατέρα Χρύσανθο για…”, δεν κατάφερε να ολοκληρώσει όμως τη φράση του. Ξέσπασε σ᾽ ένα βουβό κλάμα».
π.Χρύσανθος:”…δεν είναι τόσο σπουδαίο αυτό που έκαμα. Βοήθησα, όσο μπορούσα, συνανθρώπους μας να σηκώσουν τον σταυρό στον γολγοθά τους.“
«Ο πατήρ Χρύσανθος», έχοντας το βλέμμα του καρφωμένο στο δάπεδο, ακούγοντας τις περιγραφές του πρώην χανσενικού, είπε με ένα εσωτερικό μεγαλείο: “Πιστεύω ότι δεν είναι τόσο σπουδαίο αυτό που έκαμα. Αυτό θα έκανε κάθε λειτουργός του Υψίστου, κάθε χριστιανός. Βοήθησα, όσο μπορούσα, συνανθρώπους μας να σηκώσουν τον σταυρό στον γολγοθά τους. Έπειτα, η αρρώστια δεν μεταδίδεται με τη Θεία Κοινωνία, με το σώμα και το αίμα του Χριστού”». Με συγκίνηση ο π. Χρύσανθος μίλησε για την απόφασή του να μείνει στο νησί όταν πια όλοι είχαν φύγει από αυτό: «Το Λεπροκομείο της Σπιναλόγκας έκλεισε. Ήταν Ιούλιος του 1957. Έφυγαν όλοι από το νησί, έμεινα μόνο εγώ εκεί». Τον ρώτησα γιατί και μου απάντησε: «Έπρεπε να περιποιούμαι τους τάφους των χανσενικών. Έπρεπε ακόμα, βρισκόμενος μπροστά στους τάφους τους, να ψέλνω τρισάγιο για την ανάπαυση των ψυχών τους. Εγκατέλειψα το νησί το 1962. Η υγεία μου κλονίστηκε. Τότε εγκατέλειψα το νησί. Ο Επίσκοπός μου με τοποθέτησε στη Μονή τούτη»….
Ποιος ήταν ο π.Χρύσανθος.
Ο πατήρ Χρύσανθος, κατά κόσμον Ματθαίος Κατσουλογιαννάκης, γεννήθηκε στα Έξω Μουλιανά της Επαρχίας Σητείας στις 15 Ιουλίου 1893. Παρακολούθησε μαθήματα της έκτης τάξης του δημοτικού σχολείου χωρίς να πάρει απολυτήριο. Ο επίσκοπος Ιεράς και Σητείας Αμβρόσιος τον έκρινε μοναχό το 1911 και τον τοποθέτησε στη Μονή Τοπλού. Στις 20 Ιανουαρίου τον χειροτόνησε ιεροδιάκονο και στις 26 Σεπτεμβρίου 1920 ιερομόναχο. Το 1941, έπειτα από αίτησή του, ο επίσκοπός του Φιλόθεος Μαζοκοπάκης τον μετέθεσε στην Μονή Φανερωμένης Ιεράπετρας. Εξεδήμησε εις Κύριον στις 3 Απριλίου 1972 και ενταφιάσθηκε στη Μονή Τοπλού.»
Την ώρα που οι «δυνατοί» κρύβονται οι «ασήμαντοι» και ταπεινοί με απλότητα διδάσκουν ηρωισμό χωρίς καν να το καταλαβαίνουν. Γιατί γι’ αυτούς είναι απλά το καθήκον τους.