
Αφοσίωση-πίστη-αγάπη και Εκκλησία.Ο π. Χρύσανθος Κατσουλογιαννάκης , η λέπρα και η Σπιναλόγκα.
(άρθρο:Αφοσίωση-πίστη-αγάπη και Εκκλησία-) Ανάμεσα στα βιβλία που μου δόθηκε η ευκαιρία να διαβάσω το τελευταίο διάστημα υπάρχει και ένα που θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί ως ιστορικό μυθιστόρημα. Γιατί στηρίζεται σε υπαρκτά πρόσωπα. Και μια ιστορική περίοδο. Είναι η περίοδος εκείνη που κάποιοι συνάνθρωποί μας πάσχοντας από μια τρομακτική για την εποχή νόσο, τη λέπρα απομονώνονταν από το κοινωνικό σύνολο σε ένα μικρό νησάκι στην περιοχή της Κρήτης, την γνωστότατη Σπιναλόγκα.
Ο π. Χρύσανθος Κατσουλογιαννάκης υπήρξε ο τελευταίος ιερέας της Σπιναλόγκας. Γεννήθηκε το 1893 και εκάρη μοναχός το 1911 στην Ι. Μ. Τοπλού Σητείας. Αργότερα πήγε στην Ι. Μ. Φανερωμένης Ιεράπετρας. Από εκεί έφυγε για τη Σπιναλόγκα εθελοντικά το 1947, όπου και διακόνησε το νησί μέχρι το κλείσιμο του λεπροκομείου το 1957.
Το παράδειγμά του π. Χρύσανθου Κατσουλογιαννάκη μας δείχνει πόσο λάθος φαίνεται ότι αντιμετωπίσαμε την πρόσφατη πανδημία.
Η ιδιαιτερότητα της ζωής αυτού του ιερέα και της προσφοράς του έχει να κάνει με γεγονότα τα οποία ζήσαμε και εμείς πρόσφατα στην πανδημία και τα οποία με το παράδειγμά του μας δείχνει πόσο λάθος φαίνεται ότι τα αντιμετωπίσαμε. Γιατί η υπόθεση της πανδημίας δεν ήταν ουσιαστικά παρά μια επανάληψη ενός κοινωνικού ρατσισμού, μιας άρρωστοφοβίας, μιας επιθετικότητας, του ενός ανθρώπου απέναντι στον άλλον, που με πρόσχημα την υγεία απομόνωσε πάρα πολλούς ανθρώπους και τους οδήγησε στην κοινωνική κατακραυγή και την οικονομική απαξίωση.
Μην ξεχνάμε ότι κάποιοι από τους συνανθρώπους μας αποκλείστηκαν από χώρους και δημόσιες δραστηριότητες, περιορίστηκαν στο σπίτι τους, αποκλείστηκαν από τις εργασίες τους και μάλιστα κατά τρόπο βάναυσο και ουσιαστικά στοχοποιήθηκαν επειδή ακριβώς δεν θέλησαν να υποβάλουν τον εαυτό τους σε μια διαδικασία που μέχρι σήμερα βρίσκεται σε αμφισβήτηση και μάλλον δικαιώνει τη στάση τους.
Αφοσίωση-πίστη-αγάπη και Εκκλησία.Η αυτοθυσία και αυταπάρνηση του π. Χρύσανθου Κατσουλογιαννάκη.
Ο ιερέας αυτός βρέθηκε στη Σπιναλόγκα με δύο βασικά χαρακτηριστικά. Την αγάπη του στους ανθρώπους τους οποίους αντιμετώπισε ως αληθινούς αδελφούς με αυτοθυσία και αυταπάρνηση και την πίστη του στο Θεό, τον οποίο θεώρησε ως προστάτη όλης της ανθρωπότητας και μάλιστα εκείνων που το έχουν περισσότερο ανάγκη.
Η αλήθεια είναι ότι για την εποχή της η λέπρα αποτελούσε ένα φοβερό πρόβλημα, το οποίο οδηγούσε τους ανθρώπους σε παραμόρφωση, ακρωτηριασμό και θάνατο. Δεν υπήρχε σχετική θεραπεία και ο μόνος τρόπος με τον οποίο πίστευαν οι άνθρωποι ότι μπορούν να την αντιμετωπίσουν είναι η απομόνωση των νοσούντων. Κάτι τέτοιο συνέβη και στην πρόσφατη πανδημία, γιατί θεωρήθηκε ότι η απομόνωση και η καραντίνα αλλά και ένας βιαστικός και αμφισβητούμενος υποχρεωτικός μηχανισμός εμβολιασμών θα μπορούσε να προστατεύσει το κοινωνικό σύνολο από την αρρώστια και το θάνατο.
Στην περίπτωση του ιερέα της Σπιναλόγκας, ο τρόπος με τον οποίο κατάφερε και απέδειξε την αγάπη του προς τους άλλους και κέρδισε την εμπιστοσύνη τους ήταν η στάση του απέναντί τους. Ξεκίνησε χωρίς να τον υποχρεώσει κανείς να πλησιάσει τους ανθρώπους αυτούς και να γίνει μέλος της κοινότητάς τους. Βέβαια πολύπαθοι εκείνοι και έχοντας προηγούμενες αρνητικές εμπειρίες αλλά και ένα μίσος για την κοινωνία που τους είχε απομονώσει, δεν τον δέχτηκαν καταρχήν ευπρόσδεκτα. Αμφισβήτησαν τις προθέσεις του και τα λόγια της χριστιανικής του αγάπης, εφόσον δεν είχαν ακόμα μετουσιωθεί σε πράξη δεν τους έπειθαν. Ήρθαν μάλιστα επιθετικοί απέναντί του γιατί ο προηγούμενος ιερέας του νησιού όχι απλώς δεν τους προσέγγιζε, αλλά στο τέλος τους εγκατέλειψε με κάποιο πρόσχημα.
Αφοσίωση-πίστη-αγάπη και Εκκλησία.Τα όπλα, τα οποία φαίνεται ότι στη σημερινή εποχή ακόμη και οι λειτουργοί του Θεού και οι χριστιανοί, τα έχουν λησμονήσει.
Ο πατέρας Χρύσανθος λοιπόν χρησιμοποίησε τα όπλα, τα οποία φαίνεται ότι στη σημερινή εποχή ακόμη και οι λειτουργοί του Θεού, πολύ δε περισσότερο οι χριστιανοί, τα έχουν λησμονήσει. Το πρώτο ήταν να γίνει ένα μαζί τους. Με τεράστια καχυποψία παρακολούθησαν από τα παράθυρα εξωτερικά του ναού την πρώτη θεία λειτουργία. Είδαν τον ιερέα να κοινωνά τον μοναδικό λεπρό που είχε προσέλθει στο μυστήριο και στη συνέχεια όχι απλώς να του δίνει το αντίδωρο, και να δέχεται και τον ασπασμό του λεπρού στο χέρι του αλλά να καταλύει κιόλας, δηλαδή να κοινωνά το υπόλοιπο της Θείας Κοινωνίας από την ίδια λαβίδα, το ίδιο δηλαδή κουταλάκι που είχε κοινωνήσει το λεπρό.
Αυτό τους συγκλόνισε γιατί κατάλαβαν ότι ο άνθρωπος αυτός πραγματικά με πράξεις εννοούσε ότι πίστευε στο Θεό. Πίστευε ότι η Θεία Κοινωνία ως Σώμα του Χριστού δεν μεταδίδει ασθένειες Γι’ αυτό και δεν δίστασε να κοινωνήσει το Σώμα του Χριστού από το ίδιο κουταλάκι που είχε κοινωνήσει το Λεπρό. Το ίδιο επαναλάμβανε και στις επόμενες θείες λειτουργίες, όπου αυξάνονταν ολοένα και περισσότερο οι συμμετέχοντες στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Απογοητευτική είναι η σύγκριση με τη σύγχρονη εποχή. Για έναν ιό ο οποίος φοβόμασταν ότι μεταδίδεται με την τροφή οι εκκλησίες έκλεισαν, η Θεία Κοινωνία απαγορεύτηκε με τη σύμφωνη γνώμη της Εκκλησίας και χωρίς την παραμικρή αντίδραση από την εκκλησιαστική ηγεσία και σε κάποιες χώρες μάλιστα καθιερώθηκε η Θεία κοινωνία με κουταλάκια μιας χρήσεως και μαντηλάκια επίσης μιας χρήσεως, τα οποία καταστρέφονταν μετά την κοινωνία από τους ανθρώπους. Μάλιστα κάποιος κληρικός ο οποίος τόλμησε να κοινωνήσει μερικούς πιστούς από την πλάγια πόρτα του ναού, έγινε πρωτοσέλιδος και με δήλωση μάλιστα η εκκλησία Διαβεβαίωσε τους ανθρώπους ότι θα τιμωρηθεί δεόντως.
Θείας Ευχαριστίας είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.
Απέδειξε λοιπόν η εκκλησία με τον τρόπο αυτό ότι συμμερίζεται τις απόψεις πολλών ανθρώπων ότι όλη η διαδικασία της Θείας Ευχαριστίας είναι μια συμβολική πράξη, η οποία σε καμία περίπτωση δεν είμαστε σίγουροι ότι αποτελεί σίγουρα το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Και το λέμε αυτό γιατί πλησιάζουν οι μέρες των Χριστουγέννων που θα ακούσουμε τόσο τους ιεράρχες μας όσο και τους κληρικούς αλλά και πολλούς χριστιανούς να καλούν τους συνανθρώπους τους να συμμετάσχουν στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Είναι αλήθεια ότι αν δεν πιστεύουμε αυτό το οποίο κάνουμε, δεν υπάρχει κανένας λόγος να προσεγγίζουμε το Μυστήριο. Πολύ δε περισσότερο μέσα σε ένα κλίμα ευφορίας και ενθουσιασμού να ακούμε ιεροκήρυκες να μιλούν για την θυσία, την οποία πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι απέναντι στους συνανθρώπους τους, τη γιορτή της αγάπης και της ενσάρκωσης του Χριστού, που αποτελεί μια ευκαιρία για δόσιμο στους άλλους.
Δυστυχώς δοκιμαστήκαμε την περίοδο της κρίσης και βρεθήκαμε ελλειποβαρείς. Και το χειρότερο είναι ότι ακόμη και τώρα δεν ακούμε να γίνεται αυτοκριτική από καμία πλευρά. Όλοι σιωπούν. Υποδεικνύουν την επιστήμη ως εκείνη που ήταν υπεύθυνοι για τις οδηγίες που δόθηκαν και ξεχνούν ότι η επιστήμη μπορεί να ασχολείται με το ορατό αλλά η Πίστη μας ασχολείται με το απολύτως Υπερβατικό που είναι ο ίδιος ο Θεός.
Αφοσίωση-πίστη-αγάπη και Εκκλησία.Μια εκκλησία η οποία δεν πιστεύει στο Θεό…
Μια εκκλησία η οποία δεν πιστεύει στο Θεό, αλλά την επιστήμη δεν μπορεί να εμπνεύσει και να στηρίξει τους ανθρώπους. Η περίοδος αυτή. Δεν είναι μόνο περίοδος αγάπης αλλά και μετανοίας για τα λάθη που έχουμε κάνει. Θα πρέπει λοιπόν ο καθένας μας να αξιολογήσει τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεται και γιατί όχι πλέον να σταματήσουμε τα μεγάλα λόγια και να ασχοληθούμε με τις μικρές ηρωικές πράξεις που συνθέτουν την αληθινή πίστη.
Ο ιερέας της Σπιναλόγκα έδωσε τη ζωή του για τους άλλους και μάλιστα μετά την εκκένωση του νησιού όταν πλέον η νόσος αδαιμονοποιήθηκε, παρέμεινε εκεί για να περιποιείται τα μνήματα όλων εκείνων που γνώρισε στην περίοδο της παραμονής του σε αυτό και τους οποίους δεν θέλησε ποτέ να εγκαταλείψει.
Αφοσίωση και αγάπη. Δύο πράγματα τα οποία εμπνέουν χωρίς να χρειάζεται ούτε ρητορεία, ούτε μεγάλα λόγια.

Ελληνικά
English