Οι ασθενείς το χρειάζονται, οι ιατροί τους εξηγούν;

Ενημέρωση ασθενούς από ιατρό. Καρδιολόγος Μαρούσι Νικόλαος Παναγιωτόπουλος

Ενημέρωση ασθενούς από ιατρό.

Ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της επικοινωνίας ασθενούς- ιατρού είναι το μέρος εκείνο της ενημέρωσης του πρώτου σχετικά με τη νόσο του, τις προοπτικές και τη στρατηγική που θα ακολουθηθεί για την επίτευξη του θεραπευτικού στόχου. Οι ιατροί πολλές φορές μιλούν πολύ αλλά χωρίς να ενημερώνουν ουσιαστικά τους ασθενείς τους. Παρά τα στοιχεία που παρατίθενται, πολύ μικρό μέρος όσων αναφέρονται προάγουν τις γνώσεις των ασθενών σχετικά με την πάθησή τους και τους οδηγούν σε αποτελεσματικούς τρόπους αντιμετώπισής τους. Πολλές φορές οι ιατροί σχολιάζουν τα συμπτώματα με μονολεκτικά επιφωνήματα ή με ακατανόητα σχόλια σε μια γλώσσα που όπως αναφέραμε σε προηγούμενο άρθρο είναι τεχνική και διόλου κατανοητή.

Οι ιατροί αφιερώνουν λίγο χρόνο στην ενημέρωση του ασθενούς.

(Ενημέρωση ασθενούς από ιατρό) Φαίνεται από πολυάριθμες μελέτες ότι στην πραγματικότητα οι ιατροί αφιερώνουν λιγότερο από το 10% του χρόνου που βρίσκονται σε επαφή με τον ασθενή τους στο να τον ενημερώσουν και να τον εκπαιδεύσουν για την επίλυση του προβλήματός τους. (Bain, D.J.G. 1979. Doctor, patient communication in general practice consultations. Medical Education, 10, 125-131.  Waitzkin, H. 1985. Information giving in medical care. Journal of Health and Social Behavior, 26, 81-101).

Σε μία κλασική μελέτη (Waitzkin, H. Stoeckle, J.D. 1976. Information control and the micropolitics in health care: Summary of an ongoing research project. Social Science and Medicine, 10, 263-276.) διαπιστώθηκε ότι στη διάρκεια της ιατρικής επίσκεψης η οποία κρατούσε κατά μέσο όρο 20 λεπτά, οι ιατροί αφιέρωναν λιγότερο από ένα λεπτό στη μετάδοση πληροφοριών στον ασθενή. Ωστόσο οι ιατροί εκτιμούσαν ότι αφιέρωναν από 10 ως 15 λεπτά (ποσοστό 50 ως 75% του συνολικού χρόνου της αλληλεπίδρασης).

Στοιχεία μελετών για το χρόνο που δίνουν οι ιατροί στην ενημέρωση των ασθενών.

Σύμφωνα με τη μελέτη που προαναφέραμε ( Waitzkin, H. 1985) οι ιατροί αφιέρωναν κατά μέσο όρο 1,3 λεπτά στην παροχή πληροφοριών από το συνολικό χρόνο της αλληλεπίδρασης που είχε μέση διάρκεια 16,5 λεπτά. Όταν όμως τους ζητήθηκε να εκτιμήσουν πόσο ακριβώς χρόνο είχαν αφιερώσει στην πληροφόρηση του ασθενούς τους υπολόγιζαν ότι αφιερώσει κατά μέσο όρο 8,9 λεπτά. Σε μια ακόμη μελέτη εξετάσθηκε ο τρόπος που οι ιατροί έδιναν οδηγίες στους ασθενείς σχετικά με τη φαρμακευτική αγωγή που επρόκειτο να ακολουθήσουν. Από το σύνολο των 347 φαρμάκων που συνταγογραφήθηκαν, τα 60 δεν συζητήθηκαν καθόλου κατά τη διάρκεια της υπό μελέτη επίσκεψης.

Υπερεκτίμηση του χρόνου  που είχαν αφιερώσει οι ιατροί στην ενημέρωση των ασθενών.

Στο 90% μάλιστα των περιπτώσεων που χορηγήθηκαν φάρμακα, οι ιατροί δεν έδωσαν στους ασθενείς τους καμία προφορική συμβουλή για τον τρόπο λήψης τους. Μάλιστα πολύ συχνά οι ιατροί χρειαζόταν να τροποποιήσουν τη δοσολογία, τον τρόπο και τη συχνότητα λήψης των φαρμάκων. Και σε αυτή την περίπτωση εκτός από την προφορική αναφορά στην αλλαγή που έπρεπε να γίνει, δεν κατέγραφαν τις νέες οδηγίες, ούτε έλεγχαν αν και σε ποιο βαθμό ο ασθενής τις είχε πράγματι κατανοήσει. (Svarstad, B. 1979. Physician- patient communication and patient conformity with medical advice. In D. Mechanic (Ed.), The growth of bureaucratic medicine (pp. 220-238). New York: John Wiley & Sons). O Waitzkin (1986) αναλύοντας 336 μαγνητοφωνημένες ιατρικές συναντήσεις σε διάφορους χώρους υποδοχής εξωτερικών ασθενών, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ιατροί αφιέρωναν λίγο χρόνο στην ενημέρωση των ασθενών τους, υπερεκτιμούσαν το χρόνο που είχαν αφιερώσει και υποτιμούσαν την επιθυμία των ασθενών για ενημέρωση.

Σε μια άλλη μελέτη που είχε ως αντικείμενο την ικανοποίηση των ασθενών από τις πληροφορίες που λάμβαναν, συγκεντρώθηκαν δεδομένα από ασθενείς που επισκέφθηκαν ιατρούς τεσσάρων διαφορετικών νοσοκομείων. Από τα αποτελέσματα βρέθηκε ότι οι ασθενείς σε ποσοστό 45% ήταν ιδιαίτερα δυσαρεστημένοι από τις πληροφορίες που παρείχαν οι ιατροί τους σχετικά με την κατάσταση της υγείας τους. (Phillips, D. 1996. Medical professional dominance and client dissatisfactions. A study of doctor- patient interaction and reported dissatisfaction with medical care among female patients in four hospitals in Trinidad and Tobago. Social Science and Medicine, 27, 433-444). Οι ίδιοι ανέφεραν ότι η επικοινωνία με τους ιατρούς τους ήταν συχνά ελλιπής, ότι οι ιατροί έδειχναν αδιαφορία απέναντί τους και ότι απέφευγαν με επιδεξιότητα να απαντήσουν στις ευθείες ερωτήσεις τους.

Γιατί οι γιατροί αφιερώνουν λίγο χρόνο για την ενημέρωση των ασθενών;

Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Πρώτα η έλλειψη χρόνου. Πολλοί είναι οι ιατροί και μάλιστα κάποιοι από αυτούς επαγγελματικά επιτυχημένοι, που λόγω φόρτου εργασίας θεωρούν χάσιμο χρόνου να αναφερθούν αναλυτικά στα προβλήματα του ασθενή. Προσπαθούν βιαστικά να καλύψουν τη διάγνωση και τη θεραπεία γιατί είναι κουρασμένοι, πιέζονται από την παρουσία άλλων ασθενών στην αίθουσα αναμονής ή τα εξωτερικά ιατρεία και θέλουν να αποφύγουν τη «σπατάλη του χρόνου τους». Θεωρούν ενδεχομένως ότι αν είναι αναλυτικοί μειώνουν τις απολαβές τους γιατί όσοι περιμένουν θα αποχωρήσουν απογοητευμένοι να περιμένουν να τελειώσει μια μακρά επίσκεψη.

Άλλοι πάλι ιατροί θεωρούν άσκοπο το να προσπαθήσουν να εξηγήσουν στους «αδαείς» ασθενείς τους τη γνώση που αυτοί με τόσες σπουδές απέκτησαν. Ίσως πιστεύουν ότι έχουν περισσότερο κύρος όταν είναι απόμακροι και ολιγόλογοι. Πιστεύουν ότι το είναι πολύ αναλυτικοί είναι υποτιμητικό και ατελέσφορο. Θα πρέπει κατά τη γνώμη τους να αρκεί  στον ασθενή το τελικό συμπέρασμα του ιατρού και να υποτάσσονται  χωρίς πολλές απαιτήσεις στην αυθεντία του.

Κρύβεται και ο φόβος της αδυναμίας επεξήγησης λόγω ελλιπούς γνώσης εκ μέρους του ιατρού.

Θυμώνουν μάλιστα όταν ο ασθενής θέτει ερωτήματα και προσπαθεί να κατανοήσει όσα του λέει ο θεράπων του επανερχόμενος στο ίδιο θέμα με διαφορετικές ερωτήσεις. Μέσα σε όλα αυτά κρύβεται και ο φόβος της αδυναμίας επεξήγησης λόγω ελλιπούς γνώσης εκ μέρους του ιατρού. Είτε δε μπορεί να τεκμηριώσει πλήρως την άποψή του είτε του διαφεύγουν οι λεπτομέρειες που θα τον ρωτήσει ο ασθενής και έτσι προτιμάει να μην ανοίξει το θέμα καθόλου. Πολλοί ιατροί δε διαθέτουν οργανωμένη σκέψη, επικοινωνιακό χάρισμα ή διακατέχονται από ένα άγχος  κατά την επικοινωνία. Άλλοι δε θέλουν να παραδεχθούν ότι υπάρχουν πολλά κενά στη διάγνωση και άρα θα μπορούσαν να υπάρχουν πολλές διαφορετικές εκδοχές αλλά και προσεγγίσεις σε αυτή αλλά και στις θεραπευτικές επιλογές. Είναι πάντως σε κάθε περίπτωση σαφές ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης όσον αφορά την παροχή ακριβούς πληροφόρησης των ασθενών γεγονός απολύτως απαραίτητο για την αίσια έκβαση και την επίλυση των προβλημάτων τους.