Απώλεια ακεραιότητας σώματος από χρόνια,σοβαρή νόσο ή τραυματισμό.
(Απώλεια ακεραιότητας σώματος.Άρθρο του καρδιολόγου Νικόλαου Παναγιωτόπουλου για τη χρόνια νόσο.) Ο ασθενής με τη χρόνια και σοβαρή νόσο ή τον τραυματισμό, μπορεί να αισθανθεί μια τρομερή απειλή από τις σωματικές αλλαγές και παραμορφώσεις που θα προκύψουν. Αυτή η απειλή μπορεί να τον οδηγήσει σε τρόμο και σύγχυση. Όπως μας λέει η ψυχολογία, ένας άνθρωπος που συνειδητοποιεί ότι ένα μέρος του σώματός του χάθηκε για πάντα λόγω κάποιου ακρωτηριασμού, αρχικά μπορεί να οδηγηθεί σε «αποσύνδεση» μπορεί δηλαδή να υποστηρίξει ότι «αυτό το σώμα δεν είμαι εγώ».
Η «αφομοίωση» της τροποποιημένης εικόνας του σώματός του, δηλαδή η αποδοχή ότι το σώμα του έχει αλλάξει και είναι πια ένα τροποποιημένο σώμα, μπορεί να διαρκέσει μεγάλο χρονικό διάστημα. Ακόμη και αν η αλλαγή στο σώμα του έχει επιβληθεί προς όφελος του ασθενούς, όπως μπορεί να συμβεί π.χ. με μαστεκτομή λόγω καρκίνου,η προσαρμογή μπορεί να διαρκέσει πολύ χρόνο. Εάν μάλιστα αυτή η αλλαγή στο πλαίσιο μιας χρόνιας νόσου εξελίσσεται προς το χειρότερο, η πραγματικότητα αυτή δεν αντιμετωπίζεται άμεσα και ίσως να υπάρξει αδυναμία πλήρους αντιμετώπισής της ακόμη κι αν περάσει πολύς χρόνος.
Όταν η απώλεια ακεραιτότητας οδηγεί στην αδυναμία του ατόμου να αυτοεξυπηρετείται ή να συμμετέχει σε δραστηριότητες.
Εάν η αλλαγή στο σώμα οδηγεί στην αδυναμία του ατόμου να αυτοεξυπηρετείται και να συμμετέχει σε δραστηριότητες που το ευχαριστούν, τότε τα πράγματα είναι πιο δραματικά. Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι ένας από τους πιο δύσκολα διαχειριζόμενους ψυχολογικά περιορισμούς στη ζωή ενός τέτοιου ανθρώπου είναι η αδυναμία να συμμετέχει σε κάποιες δραστηριότητες που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως χόμπι. Σε αυτές τις περιπτώσεις φαίνεται ότι οι άνθρωποι από τη μία πλευρά θρηνούν τη χαμένη σωματική τους ικανότητα λόγω της οποίας δε θα μπορούν μελλοντικά να επιδοθούν στο χόμπι τους και από την άλλη φαίνεται ότι τους λείπει περισσότερο η κοινωνική αλληλεπίδραση και η συντροφικότητα που σχετίζονται με αυτό ( Kleiber, D.A., Brock, S.C. Lee, Y., Dattilo, J. et all. 1995. The relevance of leisure in an illness experience: Realities of spinal cord injury. Journal of Leisure Research, 27, 283-299).
Απώλεια ακεραιότητας σώματος και εξωτερική εμφάνιση.
Η εξωτερική εμφάνιση είναι επίσης μια σημαντική παράμετρος της σωματικής ακεραιότητας. Μια ασθενής που υποβάλλεται σε μαστεκτομή στον ένα από τους δύο μαστούς της λόγω καρκίνου μπορεί για μεγάλο χρονικό διάστημα να μη μπορεί να κοιτάξει τα αποτελέσματα της μαστεκτομής στην οποία υποβλήθηκε. Αυτό βέβαια εξαρτάται από το ποια είναι η επένδυση που κάνει η κάθε γυναίκα στην εξωτερική εμφάνισή της. Πολλές γυναίκες αυτής της κατηγορίας αναφέρουν ότι όταν πρωτοαντίκρισαν το σώμα τους μετά την επέμβαση έπαθαν ένα ισχυρότατο σοκ και ότι έπρεπε να περάσει μεγάλος χρόνος μέχρι να συμφιλιωθούν με την πραγματικότητα του ακρωτηριασμού τους. Κάποιες γυναίκες δεν θα κατορθώσουν ποτέ κάτι τέτοιο (Berger, K., Bostwick J.1984. A woman’s decision: Breast care treatment and reconstruction. New York: Ballantine).
Η άρνηση αποδοχή της αλλαγής.
Το ίδιο συμβαίνει και με όσους υπέστησαν εγκαύματα και αρνούνται την ύπαρξη μιας σοβαρής παραμόρφωσης του προσώπου τους αποφεύγοντας να το κοιτάξουν στον καθρέφτη. Και αυτό συμβαίνει διότι η μεταβολή που θα δουν θέτει σε δοκιμασία ολόκληρη την αίσθηση ταυτότητας ενός ατόμου. Όσοι έχουν αλλοιώσεις στο πρόσωπό τους παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίας προσαρμογής (Fucunishi I., 1999. Relationship of cosmetic disfigurement to the severity of posttraumatic stress disorder in burn injury of digital amputation. Psychotherapy and Psychosomatics, 68: 82-86).
Αυτό πιθανώς συμβαίνει διότι δε μπορούν να κρύψουν την παραμόρφωση από τους άλλους και οι αντιδράσεις τους είναι εμφανείς. Ένας τρόπος αντιμετώπισης της πηγής αυτής του στρες είναι η άρνηση. Αυτή είναι ως γνωστόν ένας μηχανισμός άμυνας με τον οποίο το άτομο αρνείται να παραδεχθεί αυτό που του έχει συμβεί. Για το πρώτο χρονικό διάστημα η άρνηση μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο να συμφιλιωθεί με τα επακόλουθα της αλλαγμένης εικόνας του σώματος του σε συναισθηματικό επίπεδο, αντί να επιχειρεί να αντιμετωπίσει τις απώλειες που βιώνει.
Ο μηχανισμός της άρνησης.
Η άρνηση δεν είναι μόνο μια αντίδραση απέναντι στις αλλαγές στην εξωτερική εμφάνιση αλλά και τις συνέπειες που συνδέονται με καταστάσεις όπως ο καρκίνος, το καρδιακό επεισόδιο και το εγκεφαλικό. Ο μηχανισμός της άρνησης είναι δυνατό να εκδηλωθεί τόσο σε ξαφνικές και δραματικές αλλαγές που μπορούν να συνδεθούν με ένα ατύχημα, όσο και όταν είναι πιο αργές, όπως συμβαίνει στην περίπτωση μιας μακροχρόνιας ασθένειας που περιορίζει την ικανότητά του και εν γένει τη λειτουργικότητά του ή μεταβάλει την εμφάνισή του. Βέβαια η άρνηση μερικές φορές λειτουργεί ως μέσο εξαπάτησης και παραπλάνησης του ίδιου του εαυτού αλλά μπορεί να βοηθήσει το άτομο να προφυλάξει την ταυτότητα και την αυτοεκτίμησή του ιδιαίτερα όταν συνδέεται με τις αρνητικές αντιδράσεις άλλων ανθρώπων. (Di Matteo M.R., Martin L.R., 2011, Εισαγωγή στην ψυχολογία της Υγείας, Αθήνα, Πεδίο).
Η άρνηση και οι σχέσεις με άλλους ανθρώπους.
Όταν το σώμα υφίσταται μεταβολές εξαιτίας ενός ατυχήματος ή μιας νόσου όπως ο καρκίνος, τότε το άτομο είναι πιθανό να αρχίσει να φοβάται ότι οι σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους, ιδιαίτερα με τα αγαπημένα του πρόσωπα θα αλλάξουν ριζικά λόγω της νέας εξωτερικής του εμφάνισης (Lichtman, R.R. 1982. Close relationships after breast cancer. Unpublished doctoral dissertation: University of California, Los Angeles). Τον ανησυχεί ότι θα βιώσει την απόρριψή τους ή την αποστροφή ή τον οίκτο τους.
Ιδιαίτερα οι πραγματικές αντιδράσεις των αγαπημένων προσώπων είναι δυνατόν να επηρεάσουν πολύ έντονα τον τρόπο που ένας ασθενής ορίζει τον εαυτό του. Αρκετά συχνά οι άνθρωποι που παρουσιάζουν κάποιου είδους αναπηρία γίνονται αποδέκτες αντιφατικών και αντικρουόμενων μηνυμάτων. Από τη μια πλευρά ακούγονται υποστηρικτικά λόγια από την άλλη συνοδεύονται από μη λεκτικές ενδείξεις αποτροπιασμού, απόρριψης και οίκτου (Wortman C.B. Dunkel- Schetter, C. 1979. Interpersonal relationships and cancer: A theoretical analysis. Journal of Social Issues, 35, 120-155).